τζίτζικας

τζίτζικας
Oνομασία ομόπτερων εντόμων του γένους τέττιξ, που περιλαμβάνει πολυάριθμα είδη. Πολύ κοινός στην Ελλάδα είναι ο τέττιξ ο πληβείος (cicada plebeja), μήκους περίπου 40 χλστ., μαύρου χρώματος, στικτού με κίτρινο και καλυμμένος με άσπρο χνούδι ζει στα δέντρα απομυζώντας τη λύμφη με τα στοματικά του όργανα, σε σχήμα εμβόλου, το οποίο εισάγει στο ξύλο των τρυφερών κλαδιών. Τα αρσενικά είναι προικισμένα με ένα ηχητικό όργανο περίπλοκης δομής, που βρίσκεται στη βάση της κοιλιάς και αποτελείται στην ουσία από δύο πλάκες –μια δεξιά και μια αριστερά– που ονομάζονται τύμπανα, τα οποία, κινούμενα από ισχυρούς μυς, δονούνται σαν ένα ελαστικό μεταλλικό έλασμα: ο ήχος ενισχύεται από ένα θύλακο αέρα, που καταλαμβάνει όλη σχεδόν την κοιλιά και παίζει ρόλο ηχείου· το έντομο εκπέμπει τον γνωστό ήχο κατά τις θερμότερες ώρες του καλοκαιριού. Μεταξύ του θώρακα και της κοιλιάς, αρσενικά και θηλυκά έχουν δύο τυμπανοειδείς κοιλότητες, που ορίζονται από τεταμένες μεμβράνες, οι οποίες είναι πραγματικά τύμπανα, συνδεδεμένα με τα άλλα τμήματα του ακουστικού οργάνου. Τον Ιούλιο και τον Αύγουστο, το θηλυκό γεννά τα αβγά στους μίσχους των ποωδών φυτών, τρυπώντας τους με το όργανο ωοτοκίας. Κατά το τέλος του καλοκαιριού, όταν τα ακμαία άτομα κοντεύουν να πεθάνουν, από τα αβγά βγαίνουν οι προνύμφες, που σκάβουν στοές με διάφορα βάθη, ανάλογα με την εποχή· για να τραφούν, απομυζούν τη λύμφη των ριζών. Ύστερα από 3 ή 4 χρόνια υπόγειας ζωής, το ζώο βγαίνει και σκαρφαλώνει σε ποώδη φυτά ή σε δέντρα και μεταμορφώνεται έπειτα σε φτερωτό έντομο. Ένα άλλο είδος είναι ο cicada orni, μικρότερος από τον cicada plebeja. Στη Βόρεια Αμερική το πλέον διαδεδομένο είδος είναι ο μαγοτέττιξ ο δεκαεπταετής (cicada septemdecim), που ονομάζεται έτσι γιατί το προνυμφικό στάδιο, στη φυλή που ζει στις βόρειες περιοχές, διαρκεί 17 ολόκληρα χρόνια (αντίθετα, στη φυλή των νότιων ζωνών, η ανάπτυξη ολοκληρώνεται ύστερα από 13 χρόνια). Τα ευρωπαϊκά τ. είναι ολιγάριθμα, γι’ αυτό δεν προκαλούν ζημιές στις καλλιέργειες· τα αμερικανικά αντίθετα, που συμπληρώνουν μάλιστα τον μεγάλο προνυμφικό τους κύκλο σε συγκεκριμένα χρόνια, είναι πολυάριθμα και προκαλούν ζημιές στα φυτά. Τζίτζικας. Στα σχέδια, πάνω, η θέση του ηχητικού οργάνου (πάνω) στην κοιλιά του (1) και (κάτω) τομή με τα κυριότερα εσωτερικά όργανα· το τύμπανο (2) την κοιλιακή κοιλότητα (3) και το κρόταλο (4). Τζίτζικας. Στη φωτογραφία, το κοινό στην Ελλάδα είδος τέττιξ ο πληβείος (cicada plebeja).
* * *
και τσίτσικας, ο, και τζιτζίκι, το, Ν·1. ζωολ. γενική κοινή ονομασία μεγαλόσωμων ομόπτερων εντόμων τής οικογένειας cicadiidae που ανήκει στην τάξη ημίπτερα, με 1.500 περίπου είδη που αφθονούν στις θερμές περιοχές τής Γης και χαρακτηρίζονται από τον ηχηρό τριγμό που παράγουν τα αρσενικά μέσω ενός ειδικού οργάνου, κοντά στη βάση τής κοιλιάς
2. είδος κλαδευτηρίου
3. παροιμ. «τζίτζικας ελάλησε, μαύρη ρώγα σκάρισε» — δηλώνει την ωρίμανση τών σταφυλιών, που συμπίπτει χρονικά με το τερέτισμα τών τζιτζικιών.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αρχ. τέττιξ, πιθ. κατ' επίδραση τού ήχου τζι τζι].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • τζίτζικας — τζίτζικας, ο και τζιτζίκι, το ιού, έντομο που το καλοκαίρι ακούγεται στα δέντρα με φωνή τζι τζι …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ηχέτης — ἠχέτης και επικ. τ. ήχέτα και δωρ. τ. άχέτα, ό (Α) 1. αυτός που παράγει καθαρό ισχυρό ήχο, βουερός, ηχηρός 2. καλλίφωνος, οξύφωνος 3. ως επίθ. φρ. «ἠχέτα τέττιξ» ο θορυβώδης τζίτζικας, που τερετίζει (Ησίοδ.) 4. (ως ουσ. κατά παράλ. τού τέττιξ) ο… …   Dictionary of Greek

  • τζιτζίκι — το, Ν ζωολ. α) ο τζίτζικας β) κοινή ονομασία μικρόσωμου παράκτιου ψαριού τής οικογένειας callionymidae τής τάξης περκόμορφοι, με γυμνό από λέπια δέρμα, που χαρακτηρίζεται από λαμπρούς συνήθως χρωματισμούς και βραγχιακά επικαλύμματα εφοδιασμένα με …   Dictionary of Greek

  • αρθρόποδα — Φύλο ασπόνδυλων που ονομάζονται έτσι επειδή έχουν αρθρωτά πόδια. Στην πραγματικότητα όχι μόνο τα πόδια, αλλά ολόκληρο το σώμα τους αποτελείται από διάφορα τμήματα (άρθρα) που συνδέονται μεταξύ τους με αρθρώσεις ποικίλου σχήματος και κινητικότητας …   Dictionary of Greek

  • Nikos Rizos — For other uses, see Rizos. Nikos Rizos Νίκος Ρίζος Born September 30, 1924(1924 09 30) Peta, Greece Died April 20, 1999(1999 04 20) (aged 74) Athens, Greece Occupation …   Wikipedia

  • Авлонитис, Василис — Эту статью следует викифицировать. Пожалуйста, оформите её согласно правилам оформления статей …   Википедия

  • ζίζικας — ο τζίτζικας …   Dictionary of Greek

  • ισόγραφος — η, ο και ισογράφος, ον (Α ἰσόγραφος, ον και ἰσογράφος, ον) αυτός που γράφει όμοια με κάποιον άλλο αρχ. 1. το ουδ. ως ουσ. τὸ ἰσόγραφον αντίγραφο, ισογραφία* 2. φρ. μτφ. (για τον Πλάτωνα) «ἰσόγραφος τέττιξιν» μουσικός σαν τζίτζικας, αντίγραφο τού… …   Dictionary of Greek

  • τεττίγιον — τὸ, Α [τέττιξ, ιγος] 1. μικρός τέττιξ, μικρός τζίτζικας 2. νόμισμα πάνω στο οποίο απεικονιζόταν μικρός τέττιξ …   Dictionary of Greek

  • τζίτζιρας — ο, Ν ο τζίτζικας. [ΕΤΥΜΟΛ. < αρχ. τίτυρος*, κατ επίδραση τού ήχου τζι τζι] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”